συγκρατώ όσα χάνω και χάνω λίγα ενώ κερδίζω λιγότερα από όσα συγκρατώ. είπα, δεν ζω επειδή σκύβεις από μη- θέληση δική σου ή θέληση δική μου, η θέληση είναι άλλων. άλλοι μας έσπρωξαν έξω από ένα λεωφορείο και θα είχαμε πεθάνει αν είχαμε ζήσει... σκύβεις τόσο που ακουμπάς το χέρι μου που φυτρώνει από μέσα σου. πριν λίγο έμαθα πως έχω κόκκους ρυζιού στις φλέβες μου και μοιάζουν με βαγόνια υπομονετικά. ύστερα θυμήθηκα πως όλοι οι άνθρωποι έχουν μια τεράστια φλέβα στην πλάτη τους και την ονόμασαν σπονδυλική στήλη και οι κόκκοι του ρυζιού μεγάλωσαν και πάγωσαν επειδή η υπερηφάνεια των ανθρώπων δεν τα άφησε περπατήσουν παντού, ούτε πάνω ούτε κάτω. έπειτα όλα ξεκινούν εκεί που ξεκινά και τελειώνει η σπονδυλική στήλη. και σκυμμένοι νιώθουμε την σάρκα μας, την ταπείνωση την ταπείνωση, άλλων. είναι οι άνθρωποι πιο χαζοί από όσο θέλουν. η κουρτίνα πίσω από το παράθυρο είναι γλώσσα που θέλει να στεγνώσει τον αέρα, δεν έχεις γλύψει ποτέ την γλώσσα σου και κρύβεσαι όπως μια κουρτίνα κρύβει ότι μπορεί. συμβαίνουν μόνο όσα δεν βλέπεις, όσα δεν ακούς και είναι μυστήριο να γυρνάς και να δεις πως μπορεί να κινείται ο θάνατος, όχι τον ουρανό, όχι πάλι, διάφανος θέλει να ναι, δεν φταίει κανείς. δεν βολεύομαι, δεν βολεύομαι, ανάφλεξη και ανάλυση. είμαι ένα με τον ουρανό.
τα ελαττώματα είναι αληθινά γιατί δεν είναι απείραχτα.






η επιλογή είναι ανικανοποίηση

Κλείνεις την πόρτα και ανοίγει η μπαλκονόπορτα. Σαν κρύβεις μια πληγή αποκαλύπτεις μια άλλη. Κλείνω τα μάτια και κουφαίνομαι. Αποφεύγω το σκοτάδι πέφτοντας σε άλλο (πιο πυκνό) σκοτάδι που ξεχύθηκε από το φως που είναι τόσο ξένο γιατί είναι τόσο ξένο; Είναι εκείνο το σκοτάδι που καταργεί την ταχύτητα και το χρόνο. Συνυπάρχω έπειτα στο σκοτάδι αυτό με όσα έμειναν μαζί μου, μέχρι να τα κάψω. Πως αλλιώς θα επιθυμήσω πάλι;  Αυτά  έλεγε μέσα του ο Κλίντι και άκουγε μια φωνή ναι λέει σχεδόν τραγουδιστά … όμορφες στιγμές, αφόρητες μνήμες ύστερα.  
Η Μάργκαριτ σκέφτεται, η ζέστη την έχει βουτήξει σε μια ζαλάδα ενώ μονάχα η πλάτη και τα δόντια της είναι κρύα. Θέλει να είναι η τελευταία της φορά ώστε το μουντό (πρώτα) και ερωτικό (έπειτα) σκηνικό να αποκτήσει ένα νόημα.
Θέλει αλλά ο Κλίντι το θέλει πιο πολύ αυτό και εκείνη τρομάζει από λαχτάρα και τόσο λάμψη της κλεμμένης επιθυμίας και σκοτάδι πέρα απειλεί πως έρχεται και όσο αργούν να αποφασίζουν (δεν ξέρουν τι) το σκοτάδι πάει να χαθεί και ο Κλίντι σφίγγει την Μάργκαριτ και η Μάργκαριτ σφίγγεται. 
Δεν υπολόγισα πως η βρύση σου θα με ξάφνιαζε τόσο. Τράβηξα γρήγορα το γυάλινο μπουκάλι πριν ξεχειλίσει. Μόλις το νερό ηρέμησε, είδα πως ήταν τόσο λίγο. Ιδρωμένο το χέρι ή το μπουκάλι ;  Δεν στάζει τίποτα, παρά η θέληση για κάτι που δεν πρέπει να θελήσει κανείς.
Όλα ίδια είναι   σε διαφορετικές καταστάσεις. Όλα μας τραβάνε μέχρι να τα πιάσουμε. Όταν τα πιάνουμε δεν μας τραβάνε αφού  τα πιάνουμε. Σε αυτήν την άγνωστη γειτονιά ακούω νερά να γλείφουν τους σωλήνες   που με τη σειρά τους τρίβονται στον τοίχο μέχρι να χωθούν βίαια     μέσα στο τσιμέντο. Θέλω να βγω στο μπαλκόνι     αλλά     από το σκοτάδι δεν θα φαίνεται αν υπάρχει ακόμα εκείνο το πράγμα που    δεν ξέρω πως λέγεται.. μοιάζει με μεγάλη μυγοσκοτωστρα και χρησιμεύει για να δέρνεις χαλιά ώστε να βγάλεις τη σκόνη,  η ειρωνεία θέλει να είναι σε ένα σημείο που δεν υπάρχει λόγος να πατήσει άνθρωπος και εκείνο το πράγμα πεθαίνει από τη    σκόνη. Γράφω με μολύβι γιατί φαίνεται πιο αχνά και πειστικά παράλληλα. Ότι γράφω τώρα θα σβηστεί.   Έχει μπουκώσει ο κόσμος με σκόνη, χτυπιέται μόνος ή και με παρέα, χτυπιέται μέχρι να μάθει. Όταν όλα μαθαίνονται μένει πάλι να φύγουν όλα για να φύγει και η σκόνη και να έρθει άλλη. Ξαναχτυπιεται. Όλα είναι αλλιώτικα αλλά ίδιες οι καταστάσεις. Δεν υπήρξε κανένας λόγος η μπλούζα να γλιστρήσει από την καρέκλα όλο ελπίδες για να πέσει τελικά στο πάτωμα. Έτσι πίστευα μέχρι που