Όλα τρέχουν, για αυτό μοιάζουν μεταξύ τους.Η ακινησία είναι νεκρή.Και όταν η σκιά κινείται, το άγαλμα μένει ακίνητο. 

Τα έχω δεχτεί όλα. Δεν ζω για όλα. Ζω όσα δεν επιλέγω. Δέχομαι. Κοιμάμαι με την πεποίθηση ότι είμαι στον εαυτό μου. Τα έχω δεχτεί όλα χωρίς να μπορώ να ζήσω με αυτά...

να μην σκεφτομασταν ποτε αρχισε ή ποτε θα τελειωσει,
αλλά το αν θα τελειωσει,
αν αρχισε βεβαια.

Μπορείς να ζεις με όλα αρκεί να μην παραδοθείς σε αυτά. Όλα έχουν διασπαστεί στο βάθος τους, όλες οι θάλασσες ενώνονται στο βάθος τους, τουλάχιστον κάπου. Κάπου φτάνει να σε ακουμπάω ελάχιστα. Υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν να ζουν για μια στιγμή και η ανυπομονησία δεν τους επιτρέπει να ζήσουν την ίδια την ανυπομονησία τους. Η εικόνα μέσα από ένα βαγόνι και το χρώμα της φύσης που έχει το χρώμα του τίποτα παρόλο που πηγάζει από το τοπίο. Μια σταγόνα μελάνης που μαύρισε ένα ποτήρι με νερό. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να παραδοθούν σε μια στιγμή μόνο, επειδή το μόνο που θέλουν είναι η στιγμή αυτή.. Είμαι ανυπόμονος για σένα σαν θάλασσα ζεστή, τα μεσάνυχτα. Ανυπόμονος. Έχω μια συγκρατημένη ετοιμότητα, δεν με ξυπνάς, μου κλέβεις την αϋπνία μου. Είμαι σαν κάποιον που όλη μέρα περιμένει να περάσει το τρένο για να ακούσει το σφύριγμα του και τα αυτιά βουίζουν όλη μέρα και η διαφορά χάνεται. Την στιγμή της συνάντησης μπορεί να παγώσω, σαν να ανησυχώ για όλες τις νύχτες που δεν σε είχα. Μπορείς να μην ζεις με τίποτα σαν ονειρεμένη εξορία ωστόσο ονειρεμένη. Πάντα κάτι φταίει και εγώ δεν δέχομαι τον κόσμο αυτό. Γέρασα από ανυπομονησία και μόνο η ανυπομονησία με σώζει. Κόβω καλύτερα τα χαρτιά με εκείνο το σκουριασμένο ψαλίδι γιατί αποφεύγει τις ευθείες και φτιάχνει γκρεμούς κάτω από γκρεμούς. Τσακίζομαι μαζί σου, λάθη. Τρομάζω από την ελπίδα που μου δίνεις και ανεβοκατεβαίνει η κοιλιά σου. Με ηρεμείς. 
Για να καταλάβεις κάτι πρέπει να μην έχεις καμιά επαφή με αυτό.
οτι νιωθω δεν ειναι επιθυμια. μονο αιτια και αποτελεσμα της επιθυμιας με σκαλωσε μια εικονα
οταν κουραζομαι να την βλεπω, τιναζομαι
αν ειχα ποτε μου χερια, τα ηθελα τοτε και οχι τωρα
τοτε δεν με ενοιαζε αν αυριο θα ειμαι ασφαλης και χαζευα τους πλανητες 
γελωντας
δεν πειραζα ποτε τις αποστασεις.
αποστασεις σε μερες απο τις ημερομηνιες, αποστασεις σε ωρες με το ποδηλατο, αποστασεις σε λεπτα τρεχοντας στην παραλια.
Αν η γραφή υπήρχε η πιο αληθινή και μοναδική μορφή έκφρασης τότε θα γράφαμε μόνο ψέματα. 

Λες: κι όμως δεν άλλαξα. Θα σε πίστευα αν έλεγες : κι όμως άλλαξα. Αργόστροφος έρωτας. Το ποδήλατο που τείνει να πέσει από την πλευρά που σε κρατώ. Εκείνη την ημέρα Δεν κόπηκε το ρεύμα, στην γλώσσα μου λέμε έφυγε το ρεύμα. Γιατί έπρεπε να φύγουν όλα και εσύ έμεινες μισή έξω από το παράθυρο κοιτώντας μέσα. Και είδαμε πως ελεύθερος είσαι μόνο όταν είσαι ασφυκτικά ελεύθερος.  Ένας υπάλληλος  τάχα του Θεού, αναρωτήθηκε για μας. Φύγαμε. Σύρθηκα όρθιος μετά, θυμήσου.