Όταν εκμυστηρεύομαι κάτι σημαντικό (την στιγμή εκείνη) αυτό ξαφνικά μικραίνει σαν ένα σαλιγκάρι που μαζεύεται όταν το πειράζουν. Χάνει την σημαντικότητα του και μένω αβαρής, κάτω στο πάτωμα. Ξαπλωμένος. Ύποπτη χαρά που ανεβαίνει μέσα από το πουκάμισο, σαν εξωτική μυρωδιά που επιμένει και να σε γαργαλάει. Μια αίσθηση που πηγαινοέρχεται, σαν κάποιο τραμ της πόλης. Πέρα δώθε, πέρα δώθε. Κρατάω ένα ποτήρι που διψά για σκοτεινή ρακί και μια αίσθηση προγραμματισμένης αναμονής με κρατά ξαπλωμένο, σαν να περιμένω ζεσταθεί ο καφές, σαν να περιμένω το φανάρι να γίνει πράσινο, χωρίς λόγο σηκώνομαι. Δεν είσαι εσύ και σήμερα ο μήνας έχει 10.